Ένα ρωσικό πυρηνοκίνητο υποβρύχιο προετοιμάζεται για να εκτοξεύσει ένα καινοτόμο, συμπαγές, διαστημικό σκάφος 80 κιλών από τη θάλασσα του Μπάρεντς, στο δεύτερο τετράμηνου του τρέχοντος έτους. Ο δορυφόρος "Compass ΙΙ" αναμένεται να αποτελέσει το πρώτο βήμα στην πρόβλεψη των σεισμών από το διάστημα.
Οι πρώτες παρατηρήσεις των ανωμαλιών της ιονόσφαιρας διαπιστώθηκαν μερικές μέρες πριν από τους καταστροφικούς σεισμούς της δεκαετίας του 60'. Στην αρχή η εξήγηση ήταν απλοϊκή: διέλευση ΑΤΙΑ (Άγνωστης Ταυτότητας Ιπτάμενα Αντικείμενα), Σημάδια Χειρομαντείας, Αστρολογικά Σύμβολα. Το 1979 οι παρατηρήσεις απέκτησαν επιστημονικό ενδιαφέρον, όταν το Ινστιτούτο έβαλε σε τροχιά το δορυφόρο Interkosmos 19. Καταγραφή που αναλύθηκε μετά από έναν μεγάλο σεισμό αποκάλυψε εκτεταμένη περιοχή (στενή στο γεωγραφικό πλάτος και ευρύτατη στο γεωγραφικό μήκος) θορύβου, μη - φυσιολογικού με χαμηλή συχνότητα ο οποίος εστιαζόταν ακριβώς πάνω από το επίκεντρο του σεισμού, αρκετές ώρες προτού γίνει αισθητός το φαινόμενο. Επίσημα καταχωρήθηκε ως επιστημονική ανακάλυψη, ενώ το φαινόμενο επιβεβαιώθηκε αργότερα με συμπεράσματα κι από άλλους δορυφόρους.
Αυτός ο ερευνητικός τομέας έλαβε ισχυρή ώθηση το Δεκεμβρίου του 1988 αμέσως μετά από έναν καταστρεπτικό σεισμό στην Αρμενία. Ερευνητική ομάδα σοβιετικών ινστιτούτων ανέπτυξε ένα σύστημα πρόβλεψης που επρόκειτο να επεκταθεί πρώτα στο διαστημικό σταθμό Mir κι έπειτα πέρα από την τροχιά του μέσα σε ένα δίκτυο τηλεκατευθυνόμενου διαστημικού σκάφους. Αφότου οι Mir, Salyut 6, και Salyut 7 ολοκλήρωσαν τα αρχικά στάδια του σχεδίου, το πρόγραμμα παραμελήθηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά ενεργοποιήθηκε ξανά στο τέλος της ταραχώδους δεκαετίας του '90. Ενώ άλλα σημαντικά πρόδρομα σημάδια σεισμών, όπως η συγκέντρωση του ραδονίου (ένα αδρανές αέριο) κοντά στο επίκεντρο, η συγκέντρωση των ηλεκτρονίων στην ιονόσφαιρα επάνω από το επίκεντρο και η σύσταση των πλούσιων σε μέταλλα αερολυμάτων που εκπέμπονται από το έδαφος στον αέρα δημιουργώντας ένα ισχυρό ηλεκτρικό πεδίο, λήφθηκαν ως υποπροϊόντα άλλων ερευνητικών προγραμμάτων. Για να υπάρχει ικανοποιητική συλλογή δεδομένων το Ινστιτούτο έθεσε το Δεκέμβριο του 2001 σε τροχιά το Δορυφόρο Compass (Complex Orbital Magneto - Plasma Autonomous Small Satellite), που μεταφέρθηκε μαζί με τον ρωσικό μετεωρολογικό δορυφόρο Meteor 3M, για να δίνεται η δυνατότητα παρακολούθησης πιθανών συσχετίσεων μεταξύ του γήινου φλοιού και της συμπεριφοράς της μαγνητόσφαιρας. Αυτή η πρώτη δοκιμή συστήματος σεισμικής πρόβλεψης ήταν αποτυχημένο κατά ένα μεγάλο μέρος, αφού αν και τα πρώτα συμπεράσματα ήταν ελπιδοφόρα, ο εξοπλισμός που ανέπτυξαν από κοινού οι Ρωσία, Ουγγαρία, Ελλάδα, Ουκρανία και Πολωνία έπαψε σύντομα να λειτουργεί.
Πρόοδος σημειώθηκε, εντούτοις, καθώς τα δεδομένα του Compass μεταφέρθηκαν στον Meteor 3M, κι αναλύθηκαν με ειδικές μεθόδους ώστε να διαπιστωθεί η πιθανότητα πρόβλεψης. Συνολικά, 44 από τις 47 περιπτώσεις που καταγράφηκαν μεταξύ Οκτωβρίου 2002 και Μαΐου 2003 ήταν σύμφωνες με τα στοιχεία που ανακτήθηκαν από τα χερσαία σεισμικά συστήματα καταγραφής. Τα θετικά αποτελέσματα οδηγούν στην εκτόξευση του Compass ΙΙ ενώ προετοιμάζεται η ιδέα για τον Compass ΙΙΙ. Ο τελευταίος δορυφόρος πρόκειται να μπει σε τροχιά το τέταρτο τρίμηνο του 2006 για να εξετάσει πιό σύγχρονα και αποδοτικά συστήματα ελέγχου.
sciencenews.gr