Recents in Beach

Το ακόντιο, η μπάλα ποδοσφαίρου και η ρακέτα του τένις αποτελούν σήμερα μικρά τεχνολογικά θαύματα

(Των Ν. Α. Κωνσταντόπουλου - Νίκου Γαβαλά)
Η τεχνολογία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον αθλητισμό. Η βελτίωση των οργάνων βοηθάει και στη βελτίωση του θεάματος και, συνήθως, και των επιδόσεων· ίσως θυμάστε τι συνέβη με τα συνθετικά μαγιό της κολύμβησης, τα οποία, τελικά, απαγορεύτηκαν. Σήμερα θ' αναφερθούμε σε αλλαγές σε δύο αθλήματα (τένις, ποδόσφαιρο) και στον ακοντισμό των ανδρών.
Στις 20 Ιουλίου 1984 ο Ανατολικογερμανός, Ούβε Χον εξαπέλυσε το ακόντιο στην απίστευτη απόσταση των 104,80μ. Ουδείς, έως τότε, είχε περάσει τα 100μ. και ουδείς τα πέρασε ξανά. Το 1985 η Διεθνής Ομοσπονδία (ΙΑΑΦ) αποφάσισε ν' αλλάξει τ' ακόντια των ανδρών. Το βάρος παρέμεινε το ίδιο (800 γραμμάρια), αλλά το κέντρο βάρους μετατοπίστηκε προς τη μύτη, με συνέπεια τ' όργανο να πέφτει πιο γρήγορα. Ταυτόχρονα, το σημάδι που αφήνει στο έδαφος είναι πιο ευδιάκριτο και μειώθηκαν κατά πολύ οι διαφωνίες, σχετικά με το αν έπεσε με την «κοιλιά» ή με τη μύτη. Το νέο όργανο χρησιμοποιείται επισήμως από το 1986. Τα πρώτα χρόνια οι επιδόσεις υστερούσαν πολύ από αυτές του παλαιού. Τα 90μ. ξεπεράστηκαν εγκύρως (είχαν σημειωθεί επιδόσεις πάνω από τα 90μ. με καλύτερη τα 96,96 του Φινλανδού, Σέπο Ρέτι στις 2 Ιουνίου 1991, αλλά με αντικανονικό όργανο) μόλις το 1992, με 91,46μ. από τον Βρετανό, Στιβ Μπάκλι. Μετά ανέλαβε ο, βάσει αποτελεσμάτων, μεγαλύτερος ακοντιστής όλων των εποχών (τρία χρυσά, ένα ασημένιο Ολυμπιακά μετάλλια, τρία χρυσά, δύο χάλκινα παγκόσμια), ο Τσέχος, Γιαν Ζελέζνι, που με αλλεπάλληλες καταρρίψεις έφθασε τα 98,48μ. στις 25 Μαΐου 1996. Το ρεκόρ, ως φαίνεται, θα παραμείνει επί πολύ ακλόνητο.

Ο Αντώνης Παπαδημητρίου είναι ίσως ο ειδικότερος Ελληνας για να μας μιλήσει για τους δύο τύπους ακοντίου. Εχει σημειώσει πανελλήνια ρεκόρ με αμφότερους, ενώ μετά προπονούσε επί χρόνια τον Κώστα Γκατσιούδη. Τώρα γυμνάζει τον καλύτερο εν ενεργεία Ελληνα, τον Σπύρο Λεμπέση.

«Δεν μπορούσες απλώς πιάνοντάς το, να καταλάβεις την διαφορά, διότι έχουν ίδιο βάρος. Ομως, η μετατόπιση του κέντρου βάρους άλλαξε την ιδανική γωνία ρίψης. Πριν ήταν 33 μοίρες, τώρα 45. Το νέο έχει άλλο τρόπο ρίψης. Το παλαιό είχε καλύτερο πλανάρισμα στον αέρα και οι χαμηλές βολές είχαν τη δυνατότητα να «ταξιδέψουν» μακριά. Με το νέο, αυτές δεν έχουν τύχη. Η ΙΑΑΦ είπε ότι η αλλαγή έγινε για να μη κινδυνεύσουν οι θεατές, αλλά νομίζω πως έπρεπε οι εταιρείες να εξοπλίσουν με ακόντια όλον τον πλανήτη. Το νέο ακόντιο ευνοεί τους πιο δυνατούς, αλλά προϋποθέτει και αθλητές υψηλής τεχνικής, πολύ καλά γυμνασμένους, που θα έχουν σταθερότητα, γιατί το όργανο αυτό δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί τον αέρα όσο το προηγούμενο. Το παραμικρό λάθος στην τεχνική, μπορεί να κοστίσει πολλά».

Ο Παπαδημητρίου είχε ρίξει 79,56μ. με το νέο ακόντιο και 83,56 με το παλαιό. Με αυτό, όμως, αγωνίστηκε μόνο ώς τα 20 του, οπότε δεν γνωρίζουμε πού θα το είχε στείλει στο απόγειο της φόρμας του. Και οι δύο επιδόσεις του ήταν πανελλήνια ρεκόρ. Για σύγκριση, θ' αναφέρουμε και τις επιδόσεις με τους δύο τύπους ακοντίου των αδελφών Περιστέρη. Ο Γιάννης είχε ρίξει 82,00 (πανελλήνιο ρεκόρ) και 72,38μ. και ο Θανάσης 77,04 και 74,30. Ο πρώτος, πάντως, αγωνίστηκε περισσότερο με το παλαιό και ο, κατά επτά έτη νεότερος, Θανάσης περίπου εξίσου.

Τένις με τα χέρια...
Οι πρώτες ρακέτες τένις ήταν από... ανθρώπινη σάρκα! Δεν πρόκειται για ταινία τρόμου. Από τον 11ο αιώνα, όσοι έπαιζαν κάτι σαν τένις, κτυπούσαν το μπαλάκι με το χέρι. Το 1505 εμφανίστηκαν οι πρώτες ξύλινες ρακέτες, που ζύγιζαν 400 γραμμάρια και είχαν μήκος 66 εκατοστά. Η κεφαλή τους είχε κυκλικό ή τετράγωνο σχήμα. Απ' το 1874 έως και τα τέλη της δεκαετίας του 1970, οι ξύλινες ρακέτες είχαν πάνω-κάτω το ίδιο σχήμα, μικρό κεφάλι και ορισμένες βελτιώσεις στην πάροδο των χρόνων. Με τη βοήθεια των στοιχείων που μας παρέθεσε ο κορυφαίος Eλληνας τεχνικός ρακετών, Πέτρος Μπίρης, ο οποίος έχει πολυετή παρουσία στα μεγαλύτερα τουρνουά του κόσμου, θα δούμε την εξέλιξη της ρακέτας στις τελευταίες δεκαετίες. Οι εταιρείες κατασκευής προσπάθησαν να ικανοποιήσουν την επιθυμία των παικτών, που ζητούσαν ένα πιο άκαμπτο, και καλύτερο από το ξύλο, υλικό στο πλαίσιο. Στα τέλη της δεκαετίας του '60, χρησιμοποιήθηκε ένα κράμα αλουμινίου με άνθρακα και χάλυβα. Με τέτοιες ρακέτες, ο Κόνορς κυριάρχησε το 1982 στο Γουίμπλεντον. Εν συνεχεία, δοκιμάστηκε ένα μείγμα από ίνες άνθρακα και πλαστική ρητίνη, που ονομάστηκε γραφίτης. Προσοχή, δεν πρόκειται για τον γραφίτη που μπορείτε να βρείτε σ' ένα μολύβι. Απ' τις αρχές της δεκαετίας του '80, οι ξύλινες ρακέτες αποκτούσαν συλλεκτική αξία. Οσο κυλούσαν τα χρόνια, οι εταιρείες άρχισαν να προσθέτουν κι άλλα ανθεκτικά υλικά (βόριο, τιτάνιο, φάιμπεργκλας, κέβλαρ). Πλέον, έχουν γίνει ανθεκτικότερες αλλά και ελαφρύτερες.

Σε σχέση με τις ξύλινες, οι μεταλλικές ρακέτες μπορεί να έχουν 40% μεγαλύτερο κεφάλι, να είναι τρεις φορές πιο σκληρές και 30% ελαφρύτερες.

Οι ρακέτες χρησιμοποιούν πια την πιεζοηλεκτρική τεχνολογία! Δηλαδή, ειδικά υλικά μετατρέπουν τους κραδασμούς σε ηλεκτρική ενέργεια, που με τη σειρά της αμβλύνει τις ασκούμενες, στη ρακέτα, πιέσεις.